πυργηδόν

πυργηδόν
πυργηδόν
towerwise
indeclform (adverb)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • πυργηδόν — ΜΑ επίρρ. 1. σε σχήμα πύργου, σαν πύργος 2. (για στρατιώτες) σε πυκνή παράταξη 3. (για τα σύννεφα) σε μεγάλη συμπύκνωση. [ΕΤΥΜΟΛ. < πύργος + επιρρμ. κατάλ. ηδόν (πρβλ. βαθμ ηδόν)] …   Dictionary of Greek

  • -ηδόν — πρόκειται για κατάλ. επιρρημάτων τής Αρχαίας που αποτελεί παρεκτεταμένη με η μορφή τού επιθήματος δον, που σχηματίστηκε με μετακίνηση τών ορίων τού επιθήματος από τύπους τών οποίων το θέμα έληγε σε η : αγελη δόν > αγελ ηδόν. Τόσο το επίθημα… …   Dictionary of Greek

  • LAMPADION — Graece Λαμπάδιον, genus capillamenti, qpud Dicaearchum in Vita Graec. Τὸ δε τρίχωμα ζανθὸν ἀναδεδεμόνον μέχρι τῆς κορυφῆς, ὃ δη καλεῖται ὑπὸ τῶν ἐγχορίων λαμπάδιον, Capillamentum flavum implaxum usque ad verticem, quod ab incolis dicitur… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • TAEPOCON — in aliis Codicib. Taenpocon, item Tahenpocon, Festo fuit genus scribendi deorsum versus, ut nunc dextrorsum scribimus. Quarum lectionum cui adhaereant, non habent Eruditi: Quidam tamen observant, habere hoc scribendi genus, aliquid commune… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • πυργοδρόμος — ον, Μ (για στρατό) αυτός που βαδίζει κατά πυκνές φάλαγγες, σε πυκνή παράταξη, πυργηδόν*. [ΕΤΥΜΟΛ. < πύργος + δρόμος (< δρόμος), πρβλ. ουρανο δρόμος] …   Dictionary of Greek

  • πύργος — Με τη λέξη πύργος εννοούμε γενικά ένα κτίριο στο οποίο χαρακτηριστικά υπερέχει η διάσταση του ύψους και το οποίο, συγχρόνως, έχει ένα γενικά κλειστό, αυστηρό και έντονα αμυντικό χαρακτήρα. Aυτή η μορφή κτιρίου, ή κατασκευής γενικότερα, έχει… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”